Το άλμπουμ

Το βλέμμα του στο πάτωμα, δεν είχε μάτια να την κοιτάξει. Αυτή καθόταν τώρα απέναντί του, ένα χρόνο μετά, περιμένοντας κι εκείνη για κάτι. Ποια κακιά τύχη την έφερνε μπροστά του αυτήν την στιγμή να διακόψει την χαρά του. Ήξερε ότι αυτή ασχολείται με τις χειροτεχνίες και τα καλλιτεχνικά, αλλά όχι και να την πετύχει τώρα εδώ.

Στα χέρια του κρατούσε ένα άλμπουμ για φωτογραφίες. Καθ’ όλα ωραίο, του έλειπε μόνο το εξώφυλλο. Γι’ αυτό ήταν εκεί ήθελε να φτιάξει ένα κατά κάποιον τρόπο χειροποίητο άλμπουμ για να το χαρίσει στην μέλλουσα γυναίκα του και να τοποθετήσουν εκεί τις φωτογραφίες του γάμου τους. Ήθελε να είναι ιδιαίτερο.

Στα χέρια του κρατούσε, εκτός από το το άλμπουμ, ένα δείγμα χρωμάτων το οποίο είχε ανοιγμένο στο λευκό και κορδέλες σε μαύρο χρώμα. Τον τελευταίο καιρό η μόδα είχε διαλέξει το μαύρο χρώμα να λανσάρει στα ανθρωπάκια της. Ακόμα και το νυφικό είχε μια λεπτή μαύρη ζώνη στην μέση. Η νύφη δεν είχε αποφασίσει ακόμα αν θα την αφαιρούσε. Η μόδα, μόδα αλλά το μαύρο, μαύρο.

Άραγε τώρα που βρίσκεται απέναντί του αυτή η κοπέλα να ξέρει ότι πρόκειται να παντρευτεί. Τον έχει ξεπεράσει; Ναι, σίγουρα θα τον έχει ξεπεράσει, όμως θα τον έχει συγχωρέσει για τα πήγαινε-έλα του, για τις εξαφανίσεις του και έπειτα τις δυναμικές εμφανίσεις του στην ζωή της; Πώς να νιώθει τώρα άραγε που τον βλέπει μετά από τόσο καιρό σίγουρα αλλαγμένο;

Το κορίτσι που καθόταν απέναντι δεν άντεξε. Σηκώθηκε επάνω, κατευθύνθηκε προς το μέρος του και άρπαξε το άλμπουμ από τα χέρια του. Το περιεργάστηκε. Εκείνος σαστισμένος δεν κατάφερε να αρθρώσει λέξη.

- Θα το φέρω αύριο. Εδώ. Την ίδια ώρα. Θα είναι έτοιμο. Θα γίνει όμορφο. Θα δεις. Του αποκρίθηκε ενώ έχασε λίγη από την αγριάδα στο πρόσωπό της. Άκους εκεί μαύρο! Μονολόγησε.

Το πήρε και εξαφανίστηκε. Σπίτι της το τοποθέτησε απένταντί της και το κοιτούσε πολύ ώρα. Τι θα έκανε με αυτό το πράγμα; Να το έκαιγε και να του πήγαινε τα αποκαΐδια; Γέλασε με την ιδέα, μα δεν θα έκανε κάτι τέτοιο. Άνοιξε κάποια βιβλία. Σχεδίαζε κάτι, δεν της φαινόταν αρκετό. Το μουτζούρωνε. Σχεδίαζε κάτι άλλο, κάτι έλειπε. Καθισμένη οκλαδόν στο πολύχρωμο χαλί ασχολήθηκε ώρες, λες και επρόκειτο να φιλοξενήσει τις φωτογραφίες του δικού της γάμου ή κάποιου αγαπημένου της προσώπου.  Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά. Τι ευθύνη είχε πάρει σχεδόν με την βία;

Εκείνος παρότι είχε διαγράψει το παρελθόν, ιδιαίτερα μετά την έλευση της γλυκιάς Αναστασίας στην ζωή του, τώρα όμως δεν μπορούσε από το να θυμηθεί. Εκείνη η κοπέλα που άρπαξε το άλμπουμ μέσα από τα χέρια του, ήταν δυναμική. Δυναμική και ευαίσθητη ταυτόχρονα. Δεν είχε φοβίες, δεν είχε ανασφάλειες, το λάθος της όμως ήταν πως δεν κατάλαβε πως είχε εκείνος. Του άρεσε ο δυναμισμός της, μα τον φόβιζε κιόλας. Την έπιαναν κι εκείνες οι μελαγχολίες της. Γινόταν τόσο κλειστή και τα μάτια της έπαιρναν ένα πένθιμο ύφος. Ήθελε το καλό όλου του κόσμου και δεν ήθελε να πάψει να πονά για αυτόν. Ήθελε να ανεβαίνει θυμίαμα προσευχή ο πόνος, ο πόνος, ο πόνος... Μόνο να μην συνθλιβεί, με μέτρο, όσο αντέχει... Την καρδιά της να σκληρύνει δεν ήθελε να αφήσει, να πει «δεν βαριέσαι βρε αδερφέ». Εκείνος έβλεπε την μελαγχολία της και φοβόταν. Δεν ήξερε. Έλεγε «αν συμβεί εκείνο; αν το άλλο; Όχι, όχι, όχι καλύτερα μακριά και αγαπημένα». Ή για να γίνω πιο ακριβής το τέλος το όρισε εκείνη. Της είχαν προκαλέσει τόση φθορά εσωτερικά τα πήγαινε-έλα του, που πήρε την απόφαση ότι θα τελειώσει για αυτήν.

Την επόμενη ημέρα ήταν εκεί. Πιστή στο ραντεβού της, κρατώντας το περίτεχνο άλμπουμ.

- Να ζήσετε! Ευχήθηκε, προσφέροντας το. Χαμογελούσε και το πρόσωπό της είχε γίνει γλυκό. Εκείνος το πήρε. Δεν ξέρω αν την κοίταξε καθόλου. «Ευχαριστούμε» πρόφερε μέσα από τα δόντια του κι έφυγε.

Η νύφη ενθουσιάστηκε με το άλμπουμ που της έκανε δώρο ο καλός της. Κάτι είχε πάρει το αυτί της ότι θα το περιποιόταν ο ίδιος και θα επέλεγε πώς θα γίνει. Δεν το περίμενε όμως τόσο όμορφο.

Το εξώφυλλο είχε λευκό λεπτό ύφασμα και πάνω σ’ αυτό ήταν κεντημένα με χρυσή κλωστή δυο εξωτικά πουλιά με τα ράμφη τους να σμίγουν πάνω από μια βρύση με τρεχούμενο νερό. Λουλούδια τα πλαισίωναν. Τα σχέδια θύμιζαν εκείνα των βυζαντινών. Στο εσωτερικό του άλμπουμ στο τέλος των σελίδων υπήρχαν μικρά μοτίβα, επίσης βυζαντινής τεχνοτροπίας.

Χρόνια μετά, τα παιδιά κοιτούσαν τις φωτογραφίες από το γάμο των γονιών τους. «Τι φορούσαν τότε;» «Τα μαλλιά τους κοιτάξτε! Πώς τα έκαναν έτσι;» Γελούσαν με την τότε μοντέρνα ένδυση και κόμμωση, ίσως και με το νυφικό της μαμάς τους, πράγμα που δεν εξέφρασαν φανερά. Το άλμπουμ όμως ήταν όμορφο. Όσο τα χρόνια περνούσαν γινόταν όλο και πιο όμορφο. Αυτό το άλμπουμ το αγαπούσε πολύ η μαμά και πάντα περηφανευόταν για τον άνδρα της πως το είχε φτιάξει αυτός για αυτήν με αγάπη.