σημειώσεις πριν το '14

2015-11-30 15:53

Έχει τα μάθια τ’ ουρανού

την ομορφιά του φεγγαριού

το ηλιοβασίλεμα θυμίζει

τα’ άστρα όλα αυτός φωτίζει.

 

Το πρόβλημα με το να ερωτεύεσαι είναι ότι στην αρχή ανεβαίνεις με τον άλλο στα σύννεφα, αλλά μετά άμα σ’ αφήσει μονό σου, μένεις μετέωρος και πέφτεις…

 

Από τότε που έμαθα αγγλικά διαβάζω, «ΜΑΠΙΑ» το όνομα μου.

 

Την λέξη «φερέφωνο» έμαθα στη έκθεση.

 

Θεμέλια του κόσμου αυτού είναι τα χρήματα.

Κέρματα και χαρτονομίσματα.

Τώρα που γίνατε σεισμός, τι θα κάνουμε; (22-5-09)

 

Στο κόσμο αυτό:

Άχ, ο ένας ψιθυρίζει

κι άλλος αντίστροφα τη λέξη

φωνάζει και πανηγυρίζει. (24-5-09)

 

Για τους εφήβους:

μην βλέπεις τα σπυράκια.

Η καρδιά του είναι γεμάτη υφαίστεια,

που όλη την ώρα κάνουν εκρήξεις.

Όταν κλαίει δεν  μπορεί να ξεχωρίσει

για πια από όλες το κάνει. 

 

Όταν το σώμα δεν ταΐζεται

γίνεται αδύναμο και αρρωσταίνει

έτσι και η ψυχή

σ’ αυτή την καταναλωτική κοινωνία.

 

Εσύ θάβεις του καημούς κι αυτοί φυτρώνουν

και αυτοί γίνονται αγκάθια στο δρόμο σου.

 

Στην πόλη κάποιες μέλισσες προσπαθούν να φτάσουν την καρδιά ενός λουλουδιού, μα τα αμάξια περνούν και κάθε φορά που το πλησιάζουν, τις παίρνει ο αέρας, τις πετά μακριά και ξανά από την αρχή. Δύσκολο να μαζέψουν όση γύρη χρειάζεται ένα βάζο μέλι.

 

Το ημερολόγιο αυτό

το κλειδώνω,

όχι με κλειδί,

μα με εμπιστοσύνη.

 

Αν είμαι Χιονάτη,

εσύ είσαι ο πρίγκιπας ή το μήλο;

Αν είσαι πρίγκιπας,

έρχεσαι με άλογο ή δούρειο ίππο; (30-11-09)

 

Το γέλιο σου είν’ γέλιο μου,

το δάκρυ σου δικό μου

και ο καημός σου έγινε

το αναφιλητό μου.

 

Οι μιγαδικοί είναι σαν τα παιδιά,

ζουν σε δύο κόσμους,

τον πραγματικό και τον φανταστικό.

 

Δύσκολο να πληγωθείς χωρίς να πληγώσεις, και αντίστροφα.

 

Σ’ αγαπώ σημαίνει ότι:

σε συγχωρώ για ότι μου ΄χεις κάνει,

σε νοιάζομαι, σε χρειάζομαι,

είμαι αισιόδοξος γενικά

και πιστεύω ότι όλα είναι δυνατά,

ελπίζω και νέα όνειρα χτίζω. (8-11-09)

 

Ε, την παντέρμη την καρδιά

και πώς θα την ελέγξω,

μια στράτα τση ‘πα να κλουθά

μα όλο βγαίνει απ’ έξω.

 

Μήπως τελικά η ζωή μοιάζει με το Θερμαϊκό;

Αν τον κοιτάξεις από μακριά φαίνεται υπέροχος.

Αν σταθείς δίπλα του και κοιτάξεις τα νερά του, θα δεις την βρομιά του.

Μα αν κοιτάξεις πιο βαθιά θα δεις ότι υπάρχουν ψάρια.

Μα αν κοιτάξεις στο βάθος, μπορεί να δεις και ένα ήλιο να βυθίζεται μέσα του.

 

Φυλάκισα τη σκέψη μου για να μην ‘ρθει κοντά σου

μα έλιωσε τα σίδερα και τση φωνάζω στάσου.

 

Κάτσε και παρατήρησε ένα τσαμπί σταφύλι,

να δεις πώς είναι στην καρδιά η αληθινοί μου φίλοι.

Πολλές οι ρώγες ήτονε μα ένα έχουν γίνει,

ένα κοτσάνι τσι βαστά να φύγουν δεν τσ’ αφήνει.

 

Τα βουνά είναι υπερήφανες πεδιάδες,

κι η μύτη τους ξεπαγιάζει από το κρύο.

Κι η δική μου.

 

Είν’ η αγάπη διάφανη και του νερού πώς μοιάζει,

χωρίς αυτή δεν γίνεται καρδιά να ξεδιψάζει. (Ανδριανή, Μαρία)

 

Απάντηση στο «ποιο το χρώμα της αγάπης»:

Διάφανο σα το νερό,

έρχεται απ’ τον ουρανό

και πεθαίνω αν δεν το πιω.

 

Φάτνη θα κάμω την καρδιά έλα να Τον γεννήσεις,

το είναι μου που ‘ναι νεκρό, να το ζωοποιήσεις

 

Να ξαναρχόμουν Απρίλη, όπως τότε.

Να ξαναρχόμουν Απρίλη, όμως τότε να ξέρω.

 

Βραδινός Αγραφιώτης ουρανός.

Αστέρια, πιγολαμπήδες, αεροπλάνα

και το φως δεν χάνεται ποτέ.

 

Λένε ούλα τελειώνουνε, έτσα σε μια μέρα,

μα ξάνοιξε τον ουρανό και δες λίγο πιο πέρα.

 

Λένε ούλα τελειώνουνε, έτσα σε μια μέρα,

μια φιλία λέει μου είν’ λόγια του αέρα.

 

Κι ας είν’ λουλούδι δεν θα δεις ποτέ του να σαπίζει,

αν πάει να φτάσει ως εκεί δάκρυ θα το ποτίζει.

 

Απάντηση Ανδριανής:

Ειν’ η φιλιά μας μαριώ δένδρο που μεγαλώνει,

μέρα τη μέρα γίνεται θεριό και στα ψηλά ξαμώνει.

Κι αν ο αέρας το φυσά και η βροχή το δέρνει,

πιο δυνατό θα γίνεται στου χρόνου την ανέμη.

 

Για την Ελλάδα:

Καλά τα πάμε.

Μόνο που πρέπει να κάνουμε μεταβολή,

να ‘ρθουν οι πρώτοι τελευταίοι

κι οι τελευταίοι πρώτοι.

Μετά να το πάρουμε όλο ευθεία.

 

Χριστός γεννήθη κι η χαρά

ελπίδα και αγάπη

κι όλα αυτά να φανταστείς

μέσα σε μια φάτνη.

 

Ο πλια καλός ο αργαλειός είν’ το δικό σου βλέμμα,

σε μια στιγμή αυτό μπορεί, χίλι’ όνειρα πλεγμένα.

 

Φύγε.

Μη μου γυρνάς την πλάτη.

Και μόνο την πλάτη σου να βλέπω, να σε ξεχάσω δεν μπορώ.

Κι αν φύγεις, άραγε πόσο θα πάρει να μπορέσω;

 

Εδάκρυσε η Ελλάδα μας και πέτρωσε το δάκρυ,

Κύπρος το ονομάσανε κι ομόρφισε το χάρτη.

 

Κείνη την θέλανε πολλοί, αυτή μονάχα έναν,

κείνος τις έμοιαζε πολύς κι άλλοι σαν κανένας.

 

Χαρτομάντιλα:

Να τα ζητήσεις από συναχωμένο.

Να εύχεσαι να τα βρεις σε μη.

 

Με τα όνειρα μπορείς να πας πολύ μακριά,

μα η ζωή συνεχίζει από εκεί που τη άφησες.( 2-3-12)

 

Θα ‘ταν σωστό να κόψεις το σπάγκο του χαρταετού,

τάχα για να ‘ναι λεύτερος,

Θα ‘ταν σωστό να κόψεις την ουρά του;

 

Η μέρα που είδα το πρώτο φως,

που πήρα την πρώτη αναπνοή,

που έτρεξε το πρώτο δάκρυ μου,

έχει όσο το δυνατόν περισσότερα «ένα».

 

Στο νέο χρόνο που ‘ρθενε στιγμή να μην αφήσεις,

ψάξε την ευτυχία σου αληθινά να ζήσεις.

 

Βλέπω την άνοιξη, που παραφυλάει στα κλαδιά σας,

βλέπω την άνοιξη που παραμονεύει

και ελπίζω..

και υπομένω… (1-3-12)

 

καρδιά:

ο συνδετικός κρίκος ψυχής και σώματος.

 

Μάγισσα την εζήλεψε,

Κύπρο την ομορφιά σου,

και φύτεψε αναστεναγμό

πάνω στα χώματα σου.

 

Αυτός ο κύριος που περπατάει βιαστικός,

πάει στο παράθυρο να δει τη θέα

ή στην αίθουσα να κάνει μάθημα;

Α, στην αίθουσα να κάνει μάθημα. (9-3-12)

 

Πώς θα γίνει το τελείωσε,

να είναι τελείωσε.

Πώς θα γίνει να είναι τελείωσε,

Ό,τι κι αν γίνει. (15-3-12)

 

Υπομονή με ρώτηξαν

ήντα άραγες σημαίνει

κ’ εγώ τους είπα μην ρωτούν

κοπέλα δακρυσμένη. (16-3-12)

 

Θε μου, για τούτη τη πληγή

ποιήματα να μη γράψω,

γι μαντινάδες ή συνειρμούς,

μα από καρδιά να κλάψω. (16-3-12)

 

Πείσματα κάνεις δεν θα βγεις

απ’ τω ματιών την πύλη,

δάκρυ, στο πόνο να ‘σταζες

απάνω να απαλύνει. (17-3-12)

 

Τρέλα & λογική.

Και τα δύο χρειάζονται.

Και τα δύο πρέπει να τα συνδυάζεις.

Μα αν μου έλεγες

πως ένα από τα δύο

πρέπει να χάσω,

θα διάλεγα

τη τρέλα να κρατήσω. (17-3-12)

 

Αγάλι-αγάλι γίνομαι η αγουρίδα μέλι,

δείξε λιγάκι υπομονή, μη φεύγεις απ’ τ’ αμπέλι.

(ή μη γινωθώ όμως και πολύ και πέσω από τ’ αμπέλι) (26-3-12)

 

Ο ύπνος κι α δεν έρχεται και μαντινάδες γράφω

δε θέλω να παραδεχτώ ήντα πάλι σεβντά ‘χω. (27-3-12)

 

Ό,τι και να λέμε, ο πόνος είναι αυτός που γεμίζει τα βιβλία .

 

Να είσαι στη θάλασσα και να βλέπεις το δείλι

Να είσαι στη θάλασσα και να βλέπεις τον ήλιο να βυθίζεται στα ίδια νερά. (29-3-12)

 

Είναι γελοίο. Αυτές οι κάμερες, για να φυλούν το χώρο, έχουν γυρισμένη την πλάτη στο δειλινό.

Είναι γελοίο. Υπάρχουν κάμερες που έχουν γυρισμένη την πλάτη στο δειλινό,

ό,τι και να φυλούν. (29-3-12)

 

Αχ, ήλιε,

πόσα τρισεκατομμύρια φώτα ηλεκτρικά

για να σε υποκαταστήσουν,

πόσες σόμπες και καλοριφέρ,

όταν μας αφήνεις; (29-3-12)

 

Και αυτή τη βλακεία τη λένε τέχνη,

δε είδαν ποτέ κανένα ηλιοβασίλεμα φαίνεται. (29-3-12)

 

Διάβασε ποίηση για να πιάσεις τις υψηλές συχνότητες,

που αναδύονται από τα χρώματα των λουλουδιών,

που ξεβράζει το νερό της θάλασσας,

που φέρνει μαζί της η άνοιξη.

 

Τιμή να δώσει σε κάθε άνθρωπο

επιχειρεί το ταιριαστό ζευγάρι,

σε όποια θέση κι αν βρίσκεται, από όπου κι αν το κοιτά

όταν σμίγουν η θάλασσα και το φεγγάρι

σαν τον γάμο εν Κανά

διαγράφουν φωτεινό

πάνω στο κύμα δρόμο

σαν να γνέφουν «ελα

 εδώ είναι της χαράς το δώρο.»

«Στο κύμα πάνω να περπατήσω;

Μόνο ο Θεός περπάτησε σ’ αυτό.»

Μόνο ο Θεός και εμείς μαζί Του

πίστεψε για να βρεις το Φως.

 

Σε όλους κάνει τη χάρη το φεγγάρι, χαράσει ένα φωτεινό δρόμο πάνω στη θάλασσα μπροστά μας σε όποια θέση κι αν είμαστε. Ένα δρόμο πάνω στο κύμα, που όσο και αν δεν το πιστεύεις, κάποιος περπάτησε πάνω του. (6-4-12)

 

Γιατί να μην μπορεί να κλαίει η καρδιά, χωρίς να συμμετέχουν τα μάτια;

Γιατί να μην ανακουφίζεται η καρδιά, χωρίς να προδίδουν τα μάτια;(2-5-12)

 

Το ψάρι ψόφιο α θα βρει, στη θάλασσα κι α ρίξει

κι α περιμένει δε θα δει ποτέ να κολυμπήξει. ( εκλογές 6-5-12)

 

Βγάλ’ το μαχαίρι απ’ τη καρδιά, να ράψω τις πληγές μου,

χαράκια ’πό τα δάκρυα στα μάγουλα του χθες μου.(9-5-12)

 

Nα πίστευα στη μοίρα. 
Να τη κατηγορώ σε κάθε λάθος. 
Να τη βρίζω σε κάθε "ατυχία". 
Να αποποιούμαι την ευθύνη της χαμένης ευκαιρίας.

Να πίστευα εμπράκτως στο Θεό,

να έλεγα δόξα σ' Αυτόν, συγγνώμη,

και «σε Εσένα τη ζωή μου θα εμπιστευτώ».

 

Η ακριβή η λησμονιά απ΄το γκρεμό θα πέσει,

ο γυρισμός σου στο καημό, καημό θε να προσθέσει. (17-5-12)

 

Η λογική τρέλα, είναι σαφώς καλύτερη, απ’ τη τρελή λογική.

 

Μπράβο σου!

Έβαλες ένα ‘σίγμα’ μπροστά και το ‘λάμδα’ το έκανες ‘ταφ’,

τώρα πρέπει να λέω ψέματα, όποτε με ρωτούν τι κάνω. (20-5-12)

 

Πήλινη είναι η καρδιά και σα θα πέσει σπάει

στα απρόσεχτα τα χέρια σου θα πάψει να χτυπάει. (21-5-12)

 

-Γράφεις ποίηση;

-Η καρδιά σφραγίδα. Τη χτυπώ στο μελάνι. Τη χτυπώ στο χαρτί. Τίποτα άλλο.

 

Ερωτευμένος: όταν καρδιά και νους συνωμοτούν εναντίον του.

 

Να τον που γύρισε ο τροχός της άμαξας μου πάλι

και 'κει που ήταν στεναγμός είναι χαρά μεγάλη.

Να τον που γύρισε ο τροχός σε λάσπη είχε κολλήσει

και δεν εμπόριε μια σταλέ μπροστά να προχωρήσει. (31-5-12)

 

Δε με βαστούν, μα τα βαστώ όνειρα κουρασμένα,

μασάζ να κάνουν δεν μπορούν στου πόνου τον αυχένα. 00.45 (31-5-12)

 

Όνομα και αναστεναγμός από το ίδιο γράμμα,

ζευγάρι που το ταίριαξα, πορεύονται συνάμα.

 

Αν είμαι γυάλινο μπουκάλι δεν θα περηφανευτώ,για το κρασί που φυλώ, για το κρασί που κερνώ, άλλος με 'χει γεμίσει. 9.9.12

 

Εναύλωσα σου την καρδιά πολλές σταγόνες δάκρυ,

για να πλερωσω πηγαιμό σε θάλασσα αγάπη. 13-8-12

 

Θα ’θελα να σου δώσω από το υστέρημα της καρδιάς μου,

αλλά αυτήν τη στιγμή έχει στερέψει,

ο πόνος την αφύγρανε,

όσο τα μάτια τρέχανε,

τόσο αυτή ξεραινόταν. 4-8-12

 

Αυτή τη νύχτα σα να πλήθυναν τα άστρα

Αυτή τη νύχτα το κομποσχοίνι δεν κυλά

Αυτή τη νύχτα το χαμόγελο στο μαξιλάρι και τα μάτια δεν κλείνουν.

Και πάλι σηκώθηκα χωρίς λόγο. 20-6-12

 

Βλέπω τα αστέρια να σβήνουν ένα-ένα, αυτά που μου έκαναν παρέα όλο το βράδυ. Τελείωσε η βάρδια τους. 20-6-12

 

Ο πόνος απ' τα μάτια σου, στα μάτια μου κυλάει, και ο δικός σου στεναγμός στα χείλη μου φυσάει. 28-7-12

 

Ώστε αυτό είναι πόνος;

Ώστε αυτό μοναξιά;

Για αυτά μιλάνε.

Ευχαριστώ για τις συστάσεις.

 

Ουράνιο τόξο για να δεις, πρέπει να υπομένεις,

χαλάζι, μπόρα ή βροχή, σ’ υπόστεγο μην μπαίνεις. 26-6-12

 

Κάθε που χτύπος τση καρδιάς στον μπέτη μου σημαίνει,

διαλαλεί εις το χωριό, πως είμαι ερωτευμένη.

Γιατί σαν είσαι πλάι μου, γρήγορο πεντοζάλι,

μα όντε είσαι αλαργινά, εις το αργό το βάνει. 16-10-12

 

Ήθελες να υποκριθείς πως η χαρά σε φέρνει,

να κάμεις θες τη γελαστή, μα είσαι γελασμένη. 11-11-12

 

Δάκρυα πάλι σήμερα του πρώτου μου του χρόνου,

τότε που λόγος ήτανε νερό και φαγητό μου. 11-11-12

 

Σαν το ποτήρι που ‘σπασε, το ξανακολημένο,

άραγε τόσο έυθραυστη; και πράμα δεν ‘πομένω. 11-11-12

 

Δεν θέλω άνθρωπο να δω, ανθρώπου να μιλήσω,

μήτε καρδιά να κουβαλώ, μα πάλι πώς θα ζήσω; 12-11-12

Να είχε ο πόνος ξόδεμα, το δάκρυ να στερεύει,

άραγε πώς ξεχνά κανείς και την χαρά του κλέβει; 16-11-12

 

Χωρίς καρδιά μες στο πλευρό

και μάτια μες στις κόγχες,

χωρίς μυαλό στην κεφαλή,

πατούσες μες στις μπότες.